Πρώτο θέμα μας: "γνώθι σαυτόν" - Σημείωσε ότι μας βρίσκετε στο ιντερνετ paneliakos.net

Πρώτο μας θέμα

Articles and opinions expressed may not necessarily belong to paneliakos.net

Η ιστοσελίδα μας, PANELIAKOS.NET -or- PANILIAKOS.COM

You can translate this blog in over 100 languages within a second! Go to the left up top where it says Select Language. Happy navigating. See you again..

Εορτάζουμε και Tιμούμε

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2025

Η Ελλάδα μας - #3η Συνέχεια, Μακεδονία

 Πέμπτη, 23 Ιανουαρίου, 2025

ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Μακεδονία 

Συντεταγμένες40°45′00″N 22°53′59″E

Μακεδονία

Σημαία

Έμβλημα
Χώρα Ελλάδα
Πρωτεύουσα Θεσσαλονίκη
Έκταση (km2)34.178 χλμ²
Πληθυσμός2.262.775 (απογραφή 2021)
Δυτική Μακεδονία
Κεντρική Μακεδονία
Αν. Μακεδονία & Θράκη

Η Μακεδονία, με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη, είναι το μεγαλύτερο σε έκταση και το δεύτερο μεγαλύτερο σε πληθυσμό γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής έχει πληθυσμό 2.408.530 κατοίκους[1] και έκταση 34.178 τετρ. χλμ. που αντιστοιχεί στο 25,9% της συνολικής έκτασης της Ελληνικής επικράτειας. Η Μακεδονία, αποτελείται από τις περιφερειακές ενότητες ΘεσσαλονίκηςΧαλκιδικήςΚαβάλαςΔράμαςΣερρώνΚιλκίςΠιερίαςΠέλλαςΗμαθίαςΚαστοριάςΦλώριναςΚοζάνης και Γρεβενών.

Εκτείνεται ανάμεσα στην οροσειρά της Πίνδου και τον ποταμό Νέστο στα ευρύτερα όρια της ιστορικής περιοχής της αρχαίας Μακεδονίας στη βόρεια Ελλάδα, οριζόμενη προς βορρά από τα σύνορα με τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας και τη Βουλγαρία, προς ανατολικά από τη Θράκη, προς νότια από τη Θεσσαλία και το Αιγαίο Πέλαγος και δυτικά από την Ήπειρο και την Αλβανία.

Εδώ επίσης βρίσκεται και η αυτοδιοικούμενη, μοναστική κοινότητα του Αγίου Όρους στην χερσόνησο του Άθω της Χαλκιδικής, με τα 20 μοναστήρια της, από τα σημαντικότερα κέντρα της Ορθοδοξίας παγκοσμίως καθώς και η πόλη της Θεσσαλονίκης, μητρόπολη και κύρια πόλη της Μακεδονίας, κέντρο της Βόρειας Ελλάδας και δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας.

Προϊστορία και αρχαιότητα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η αρχαία Μακεδονία κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο (431 π.Χ.) και κατά την εποχή του θανάτου του Φιλίππου Β΄
Κεραμική του 14ου π.Χ. αιώνα από την Αιανή Κοζάνης.
Η Χρυσή Λάρνακα του Φιλίππου Β', Μουσείο Αιγών.
Νωπογραφία Μακεδόνων στρατιωτών από τον τάφο του Αγίου Αθανασίου.

Η Μακεδονία έχει μια μακρά και πλούσια ιστορία. Εδώ βρίσκεται ένα μέρος από τον Όλυμπο, η έδρα, κατά τη μυθολογία, του αρχαίου Δωδεκάθεου, όπως επίσης και το Δίον, η Πέλλα και η Βεργίνα, τόποι λατρείας και διοικητικές πρωτεύουσες της αρχαίας περιοχής.

Τα πρώτα δείγματα οργανωμένης παρουσίας στη Μακεδονία χρονολογούνται στην πρώιμη Νεολιθική περίοδο και εντοπίζονται στη Νέα Νικομήδεια (κοντά στα Γιαννιτσά) και στον οικισμό Δισπηλιό, δίπλα στη λίμνη της Καστοριάς. Όμως άνθρωποι ζούσαν στη Μακεδονία πολλές χιλιάδες χρόνια πριν, όπως μαρτυρεί η ανεύρεση του απολιθωμένου ανθρώπινου κρανίου στα Πετράλωνα Χαλκιδικής, που εκτιμάται ότι έχει ηλικία 200.000 ετών.

Στις αρχές της Αρχαϊκής περιόδου εγκαταστάθηκαν στα παράλια της Μακεδονίας άποικοι από την Κεντρική Ελλάδα, δημιουργώντας σημαντικές πόλεις-λιμάνια, κυρίως στην Πιερία και στη Χαλκιδική. Η ενδοχώρα κατοικούνταν από τους Μακεδόνες, φύλο δωρικό σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Α, 56).

Οι Μακεδόνες άρχισαν να σχηματίζουν ξεχωριστό κράτος στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ., υπό την ηγεμονία του βασιλικού οίκου των Τημενιδών. Με τα χρόνια, η κυριαρχία των Τημενιδών επεκτάθηκε στη δυτική και στην ανατολική Μακεδονία.

Τον 5ο αιώνα π.Χ. το Μακεδονικό κράτος βρισκόταν σε συνεχείς διενέξεις με τα θρακικά φύλα και με άλλους γειτονικούς λαούς, ενώ ταυτόχρονα ταλανιζόταν από δυναστικές έριδες. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου έγιναν αρκετές μάχες στο έδαφος της Μακεδονίας. Ο βασιλιάς Αρχέλαος Α΄ κατόρθωσε πάντως να διατηρήσει την ακεραιότητα του κράτους του, και μάλιστα να το ενισχύσει στρατιωτικά και οικονομικά.

Το λιοντάρι της Αμφίπολης που ανεγέρθηκε τον 4ο π.Χ. προς τιμή του Λαομέδωνα του Μυτιληναίου, στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Οι δυναστικές συγκρούσεις που ταλαιπώρησαν τη Μακεδονία στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. έληξαν με την άνοδο στο θρόνο του Φιλίππου Β' το 359 π.Χ. Ο Φίλιππος κατόρθωσε να μεταβάλει τη Μακεδονία σε σημαντικότερη δύναμη του ελλαδικού χώρου και να ενώσει τους Έλληνες κάτω από το σκήπτρο του. Παρά τη δολοφονία του το 336 π.Χ., ο γιος του, Αλέξανδρος, κατόρθωσε να ελέγξει τις φυγόκεντρες δυνάμεις και να εκστρατεύει στην Ασία έχοντας όλους τους Έλληνες στο πλευρό του. Εκεί διέλυσε την Περσική Αυτοκρατορία και δημιούργησε ένα μεγάλο κράτος, που εκτεινόταν από τη Μακεδονία έως την Αίγυπτο και πέρα από τον Ύφαση ποταμό στην Ινδία. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου, η Μακεδονία αποτέλεσε πεδίο σκληρών συγκρούσεων για τη διαδοχή στο θρόνο. Μεταξύ άλλων, δολοφονήθηκαν η μητέρα του, Ολυμπιάδα, η σύζυγός του, Ρωξάνη, και ο γιος του, Αλέξανδρος Δ΄ της Μακεδονίας.

Οι διάδοχοι του Αλεξάνδρου εξασθένισαν το βασίλειο με τις διενέξεις τους. Μοναδική εξαίρεση υπήρξε ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας (221 π.Χ.-179 π.Χ.), ο οποίος κατόρθωσε να ισχυροποιήσει το βασίλειο πολιτικά -και κυρίως οικονομικά- και να το ξανακάνει υπολογίσιμο αντίπαλο της Ρώμης.

Ρωμαϊκοί και βυζαντινοί χρόνοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τμήμα από το ψηφιδωτό στον Άγιο Γεώργιο (Ροτόντα) στη Θεσσαλονίκη, 5ος αι. μ.Χ.
Η Αψίδα του Γαλέριου στη Θεσσαλονίκη.

Η Μακεδονία υποτάχθηκε στους Ρωμαίους το 168 π.Χ., όταν ο βασιλιάς Περσέας της Μακεδονίας νικήθηκε από τον Ρωμαίο στρατηγό Αιμίλιο Παύλο στη Μάχη της Πύδνας. Η Μακεδονία έγινε τότε ρωμαϊκή επαρχία, και μάλιστα αποτέλεσε το σημαντικότερο θέατρο των συγκρούσεων κατά τους Εμφυλίους Πολέμους της Ρώμης. Η επικοινωνία της Μακεδονίας με τη Ρώμη ήταν εξασφαλισμένη μέσω της Εγνατίας οδού.

Τον 4ο αιώνα ο Γαλέριος μετέφερε την πρωτεύουσά του στη Θεσσαλονίκη, την οποία κόσμησε με νέα μεγαλοπρεπή κτήρια και οχύρωσε με υψηλά τείχη. Τα τείχη βοήθησαν την πόλη να αντιμετωπίσει τις επιδρομές των ποικίλων βαρβαρικών φύλων που λυμαίνονταν τη Μακεδονία κατά τους μεταβυζαντινούς χρόνους. Αποτέλεσμα των επιδρομών αυτών ήταν να ερημώσει η ύπαιθρος και ο πληθυσμός να συγκεντρωθεί στις πόλεις. Μετά τον 7ο αιώνα στην έρημη πια ύπαιθρο εγκαταστάθηκαν - άλλοτε με την έγκριση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και άλλοτε χωρίς - σλαβικοί πληθυσμοί.

Οι συνεχείς επιδρομές των Βουλγάρων στην ύπαιθρο και των Αράβων στα παράλια, οι οποίοι μάλιστα κατόρθωσαν το 904 να εκπορθήσουν και να λεηλατήσουν τη Θεσσαλονίκη, είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της πνευματικής παραγωγής και της πολιτισμικής δραστηριότητας. Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε η επικράτηση του κοινοβιακού βίου στο Άγιο Όρος και η ίδρυση αρκετών μονών.

Η πνευματική αναγέννηση της Μακεδονίας ξεκίνησε ουσιαστικά τον 12ο αιώνα, όταν πλέον είχε αρχίσει η παρακμή της κεντρικής εξουσίας και οι βυζαντινές επαρχίες είχαν αποκτήσει σχετική αυτονομία.

Το αποτέλεσμα, βέβαια, της αμυντικής παρακμής ήταν η εκπόρθηση των περισσότερων πόλεων της Μακεδονίας από τους Νορμανδούς το 1185 και η κατάληψή τους από τους Σταυροφόρους το 1204. Στο λατινικό βασίλειο της Θεσσαλονίκης, με βασιλέα το Βονιφάτιο Μομφερρατικό, περιλήφθηκε όλη σχεδόν η Μακεδονία. Όμως, το κράτος αυτό αποδείχθηκε εφήμερο, καθώς το 1224 καταλύθηκε από τον Θεόδωρο Κομνηνό ΔούκαΔεσπότη της Ηπείρου.

Το 1246 ο αυτοκράτορας Ιωάννης Γ´ Δούκας Βατάτζης βρέθηκε στη Θράκη, όπου επιθεωρούσε τις φρουρές των πόλεων, εν όψει της λήξης ανακωχής με τους Φράγκους. Όταν έμαθε, ότι ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Καλιμάν Ασέν Α΄, απεβίωσε, αφήνοντας στον θρόνο τον ανήλικο αδελφό του, επετέθη κατά των Βουλγάρων. Σε σύντομο διάστημα προσαρτήθηκε στο βασίλειο της Νικαίας ολόκληρη η νότια και νοτιοδυτική Βουλγαρία και τμήματα της Μακεδονίας. Σημαντικές πόλεις, όπως οι Σέρρες, η Βέροια, το Μελένοικο και τα Σκόπια απελευθερώθηκαν από τους Βούλγαρους και περιήλθαν υπό βυζαντινό έλεγχο, οι περισσότερες εξ αυτών αμαχητί. Στράφηκε τότε και προς τη Θεσσαλονίκη, την οποία κατέλαβε σε συνεργασία με δυσαρεστημένους από τη διακυβέρνηση του νέου δεσπότη Δημήτριου, αριστοκράτες της πόλης. Με τη συμβασιλεύουσα υπό την κατοχή του, ο Βατάτζης εδραίωσε τη θέση του ως μοναδικός Βυζαντινός Αυτοκράτορας στη συνείδηση του λαού.[2][3][4][5]

Το 1261 η περιοχή αποτέλεσε και πάλι μέρος της αναγεννημένης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όχι όμως για μεγάλο χρονικό διάστημα. Έτσι, κύριοι της Μακεδονίας έγιναν διαδοχικά οι Σέρβοι, οι μισθοφόροι της Καταλανικής Εταιρείας και επίδοξοι διεκδικητές του θρόνου του Βυζαντίου. Οι δυσμενείς αυτές εξελίξεις έστρεψαν μεγάλο μέρος του κόσμου στις τέχνες, στα γράμματα και στη θρησκεία, με αποτέλεσμα ο 14ος αιώνας να θεωρείται από τους πιο σημαντικούς ως προς την ανάπτυξη των γραμμάτων και του πολιτισμού στη Μακεδονία.

Οθωμανική Αυτοκρατορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Τουρκοκρατία

Στα τέλη του 14ου αι. οι Οθωμανοί είχαν ήδη εδραιώσει την παρουσία τους στη Μακεδονία και στα μέσα του 15ου αιώνα είχαν γίνει μοναδικοί κυρίαρχοι στην περιοχή. Η κατάσταση που αντιμετώπισαν οι Οθωμανοί δεν ήταν καλή. Οι περισσότερες πόλεις ήταν κατεστραμμένες και έρημες και η οικονομία έπνεε τα λοίσθια. Οι νέοι κυρίαρχοι μετέφεραν πληθυσμό (χριστιανούς και μουσουλμάνους) από άλλες επαρχίες και δέχτηκαν πρόσφυγες από άλλες χώρες (κυρίως Εβραίους), προκειμένου να εποικίσουν τις έρημες μακεδονικές πόλεις. Επίσης, έχτισαν καινούργιες πόλεις, όπως τα Γιαννιτσά, στις οποίες κατοικούσαν αποκλειστικά μουσουλμάνοι. Αρχικά οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, αργότερα όμως στις πόλεις δημιουργήθηκαν πλήθος εργαστήρια, όπου παράγονταν βιοτεχνικά προϊόντα. Τα προϊόντα αυτά εξάγονταν εν μέρει στα γειτονικά κράτη, απ' όπου γίνονταν εισαγωγές άλλων προϊόντων. Διοικητικά η Μακεδονία χωρίστηκε στα βιλαέτια ΘεσσαλονίκηςΜοναστηρίου και Σκοπίων, στα οποία περιλαμβάνονταν και εδάφη εκτός της ιστορικής Μακεδονίας.

Ο βυζαντινός Ναός της Αγίας Σοφίας στη Δράμα (10ος αιώνας).

Τους πρώτους αιώνες μετά την τουρκική κατάκτηση οι Έλληνες αποτραβήχτηκαν στα βουνά, όπου έχτισαν σημαντικά αστικά κέντρα, όπως τη Σιάτιστα, την Κλεισούρα, το Κρούσοβο, την Κοζάνη, κ.ά. Με την αλματώδη ανάπτυξη του εμπορίου, κατάφεραν να γίνουν ρυθμιστές της παραγωγής, να πλουτίσουν και να αποκτήσουν ισχύ. Μεγάλο μέρος της περιουσίας τους το δαπανούσαν για να ιδρύσουν εκκλησίες και σχολεία, στα οποία δίδασκαν Έλληνες δάσκαλοι. Απόρροια αυτών των εξελίξεων ήταν ο λεγόμενος Νεοελληνικός Διαφωτισμός που οδήγησε αρχικά στην αφύπνιση του Γένους, και εν συνεχεία στην προσπάθεια αποτίναξης του τουρκικού ζυγού.[εκκρεμεί παραπομπή]

Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν υπήρχε διοικητικό διαμέρισμα με το όνομα «Μακεδονία».[6] Πριν την εμφάνιση του ελληνικού εθνικού κινήματος, η μη εγγράμματη πλειονότητα των κατοίκων των αρχαίων ελληνικών χωρών δε χρησιμοποιούσε τις αρχαίες ονομασίες τους, όπως «Μακεδονία»· οι περισσότεροι αναφέρονταν κυρίως σε περιοχές μικρότερης κλίμακας (όπως «Κοζάνη», «Βέροια» κ.ο.κ.), εντός των ορίων των οποίων περνούσαν ολόκληρη τη ζωή τους.[7] Τις αρχαίες ονομασίες γνώριζαν και χρησιμοποιούσαν οι εγγράμματοι κοσμικοί και κληρικοί των ελληνικών χωρών, που διάβαζαν τους κλασικούς συγγραφείς και δυτικούς περιηγητές, δίχως, ωστόσο, να συμφωνούν μεταξύ τους ή να έχουν σαφή εικόνα για τα όρια των περιοχών αυτών. Η σύγχυση των κλασικών συγγραφέων σχετικά με τα όρια των ελληνικών χωρών αναπαράχθηκε από όσους ασχολούνταν με το ζήτημα ανατρέχοντας στις αρχαίες πηγές.[8] Οι αναζητήσεις των ορίων της Μακεδονίας από Έλληνες και μη γεωγράφους που ακολουθούσαν τον Στράβωνα είχαν ως αποτέλεσμα να τεθούν ως αδιαμφισβήτητα όρια της περιοχής προς βορρά τα όρη Σκάρδος και Όρβηλος και μέσα από τα γραπτά τους να ταυτιστεί με την αρχαία Μακεδονία η ευρύτερη αυτή γεωγραφική περιοχή.[9]

Γλωσσικές κοινότητες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την περίοδο του Διαφωτισμού και της εμφάνισης του ελληνικού εθνικού κινήματος[10] στην περιοχή της Μακεδονίας η ελληνοφωνία περιοριζόταν στην παραλιακή της ζώνη (τα νότια τμήματα της σημερινής ελληνικής Μακεδονίας), ενώ η ζώνη ομιλίας της σλαβικής εκτεινόταν προς νότο ως τα πεδινά της Ημαθίας και της Θεσσαλονίκης.[11] Στις αρχές του 19ου αιώνα οι ζώνες ομιλίας της ελληνικής, της αλβανικής και της σλαβικής, συνέκλιναν στην περιοχή των λιμνών ΟχρίδαςΠρεσπών και Ορεστιάδας,[12] ενώ όριο μεταξύ της ζώνης συμπαγούς ελληνοφωνίας και σλαβοφωνίας αποτελούσε μια νοητή γραμμή που από το Γράμμο διερχόταν νοτίως της Καστοριάς, βορείως της Κοζάνης και της Βέροιας, νοτίως της Έδεσσας και των Γιαννιτσών, και κατέληγε στην περιοχή των εκβολών του Αξιού, στη Θεσσαλονίκη.[13] Στην περιοχή βορείως αυτής της νοητής γραμμής επικρατούσε η σλαβοφωνία, ενώ σε όλη την έκτασή της υπήρχαν ετερόγλωσσες νησίδες, θύλακες όπου ομιλούνταν τα τούρκικα, τα ελληνικά και τα βλάχικα.[14] Στην αλλόφωνη ενδοχώρα, τα αστικά κέντρα αποτελούσαν κέντρα ελληνοφωνίας, ενώ οι κάτοικοι της υπαίθρου ήταν κατά κανόνα σλαβόφωνοι.[15] Ανατολικά του Αξιού, η παρουσία της ελληνικής περιοριζόταν σε μια στενή παράλια ζώνη στα νότια, έως μια νοητή γραμμή που διερχόταν νοτίως του Κιλκίς και της Δράμας.[16]

Το ελληνικό όραμα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Λάβαρο των Μακεδόνων κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, που υψώθηκε στη Μάχη της Ρεντίνας, στις 17 Ιουνίου 1821, στη Μακεδονία.

Χάρη στις λαϊκές παραδόσεις για τον Μέγα Αλέξανδρο, η αρχαία Μακεδονία είχε γίνει σύμβολο ανδρείας με ευρύτερη απήχηση στους πληθυσμούς της περιοχής.[17] Η συγκρότηση της νεοελληνικής εθνικής ταυτότητας με αναφορά στην κλασική αρχαιότητα κατέστησε αναπόφευκτη τη συμπερίληψη σε αυτή της Μακεδονίας.[18] Την περίοδο του ώριμου Διαφωτισμού δεν υπήρχε ομοφωνία μεταξύ των Ελλήνων λογίων για τη θέση της Μακεδονίας στην ελληνική γεωγραφία, αναφορικά με το αν ήταν τμήμα της Ελλάδας (που οριζόταν με διαφορετικούς τρόπους), το ποια ήταν τα όριά της και ποιο ήταν το νόημα του όρου «Μακεδόνες».[19]

Η σημαία των Χαλκιδικιωτών κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821

Στη Μακεδονία, η Ελληνική Επανάσταση εκδηλώθηκε αρχικά στη Χαλκιδική τον Ιούνιο του 1821, υπό τον Εμμανουήλ Παππά. Αφού κατάφεραν να απελευθερώσουν τη Χαλκιδική, τα Βασιλικά Θεσσαλονίκης και την περιοχή της Βόλβης, επιχείρησαν να επιτεθούν ταυτόχρονα από Νότο και Ανατολή στη Θεσσαλονίκη, αλλά ο ερχομός ισχυρών Οθωμανικών δυνάμεων τους ανάγκασε σε ήττα στη Μάχη της Ρεντίνας και τελικά οπισθοχώρηση στην Κασσάνδρα,[εκκρεμεί παραπομπή] όπου ενισχύθηκαν από 400 άνδρες υπό τους Μήτρο Λιακόπουλο και Μπίνο.[20] Η οθωμανική απάντηση ήταν εδώ άμεση με συλλήψεις ομήρων και καταλήψεις πόλεων. Φαίνεται πως η κίνηση των επαναστατών είχαν εξαπλωθεί ως τη Γευγελή και το Τίκφες, όπου συνελήφθησαν δύο κάτοικοι ως ύποπτοι.[21]

Το 1822 άναψαν και νέες εστίες επανάστασης. Στις αρχές του χρόνου επαναστάτησαν η Νάουσα, με αρχηγούς τους ΚαρατάσοΓάτσο και Ζαφειράκη, καθώς και χωριά του Βερμίου και του Ολύμπου.[22] Οι Τούρκοι απάντησαν άμεσα και με μία στρατιά του Πασά της Θεσσαλονίκης, κατέστρεψαν τη Νάουσα. Οι γυναίκες της πόλης κατέφυγαν στον ποταμό Αράπιτσα και για να αποφύγουν την αιχμαλωσία προτίμησαν να πέσουν στον γκρεμό.[23] Στη συνέχεια προχώρησαν σε καταστροφές πολλών Ελληνικών χωριών και κωμοπόλεων της Κεντρικής Μακεδονίας, λόγω της συμμετοχής τους στην επανάσταση, μεταξύ των οποίων της περιοχής γύρω από τη Νάουσα.[24]

Η σημαία των επαναστατών υπό τον Νικόλαο Τσάμη το 1822.

Αρματολοί από την περιοχή της Μακεδονίας, όπως και της Ηπειροθεσσαλίας, όπου η επανάσταση κατεστάλη και οι οποίοι δεν μπορούσαν πλέον να επανέλθουν στην υπηρεσία των οθωμανικών αρχών, έχοντας αντικατασταθεί από Τουρκαλβανούς, κατέφυγαν στις περιοχές που ήλεγχε η επαναστατική κυβέρνηση.[25] Σχηματίστηκε μία στρατιωτική ένωση προσφύγων «Μακεδονο-Θεταλλο-Θρακών», που βρισκόταν σε επαφή με τους «Θρακοσερβοβουλγάρους» έφιππους εθελοντές υπό τον Χατζηχρήστο Βούλγαρη, πολλοί από τους οποίος προέρχονταν από τη «μακεδονική Ελλάδα», δηλαδή τη Χαλκιδική, την Έδεσσα και τη Νάουσα.[26] Η συμμετοχή της Μακεδονίας στην Επανάσταση οδήγησε στην ενθουσιώδη θεώρησή της ως ελληνικής επαρχίας.[27] Ενώ από τις αρχές της Επανάστασης έγινε αποδεκτή η διάκριση ανάμεσα στις επικράτεια του μελλοντικού κράτους και των ορίων του ελληνικού έθνους, ο περιορισμός προϊοντος του χρόνου της πολεμικής δραστηριότητας στις νότιες ελληνικές χώρες έτεινε στο να ταυτίζεται η Ελλάδα με την περιοχή αυτή.[28] Οι πληρεξούσιοι των εκτός «ελευθέρας Ελλάδος» περιοχών, όπως της Μακεδονίας, γίνονταν δεκτοί μεταξύ των εθνικών αντιπροσώπων στις πρώτες εθνοσυνελεύσεις, αλλά αργότερα συνήθως ως «πληρεξούσιοι παροίκων» και στην Ε΄ Εθνοσυνέλευση έγιναν δεκτοί μετά από πολλές παρακλήσεις.

Αλυτρωτικές εξεγέρσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το επαναστατικό λάβαρο των δυτικομακεδόνων το 1878.

Μέσα στην πρώτη δεκαετία του βίου του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, εντός των ορίων του είχαν καταφύγει χιλιάδες πρόσφυγες από νησιά του Αιγαίου, αλλά κυρίως από τις βόρειες ελληνικές χώρες, την Ηπειροθεσσαλία και τη Μακεδονία. Οι πρόσφυγες αυτοί εγκαταστάθηκαν σε τοποθεσίες κοντά στα βόρεια σύνορα του ελληνικού κράτους, όπως τη Λαμία, την Αταλάντη, το Μεσολόγγι κ.α. Συνήθως ενταγμένοι ως τότε στο αρματολικό σύστημα της έμμισθης παροχής ένοπλων υπηρεσιών στους Οθωμανούς και μη γνωρίζοντας άλλη τέχνη από εκείνη των όπλων, σχημάτιζαν ένοπλες ομάδες που επέδραμαν επέκεινα του ελληνοτουρκικού συνόρου σε περιόδους κρίσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενώ κάποιοι από αυτούς είχαν στραφεί στη ληστεία. Σε αλυτρωτικές εφημερίδες των Αθηνών οι δραστηριότητές τους παρουσιάζονταν ως επιχειρήσεις απελευθέρωσης των αλύτρωτων ομοεθνών.[29] Οι πρόσφυγες αυτοί αποτέλεσαν το πρώτο κύμα προσφύγων από αλύτρωτες ελληνικές χώρες και συνέστησαν μια ισχυρή πολιτικά ομάδα που επηρέαζε τις ελληνικές κυβερνήσεις υποστηρίζοντας την υποδαύλιση αλυτρωτικών εξεγέρσεων στις περιοχές αυτές.[30] Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα οι Μακεδόνες πήραν τα όπλα αρκετές φορές για να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό (με σημαντικότερες το 1854, το 1878 και το 1896), χωρίς όμως αποτέλεσμα. Την ίδια εποχή η οθωμανική διοίκηση σκλήρυνε τη στάση της απέναντι στο ελληνικό στοιχείο. Παράλληλα, η γενικότερη παρακμή της οικονομίας και η αποσύνθεση της δημόσιας διοίκησης είχε ως αποτέλεσμα να επιδεινωθούν οι συνθήκες διαβίωσης των χριστιανών (και ιδιαίτερα των Ελλήνων) της Μακεδονίας.

Εθνικοί ανταγωνισμοί

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μαθητές ελληνικού σχολείου στη Λεύκη της Καστοριάς. (φωτ. Λεωνίδας Παπάζογλου)
Επαναστάτες της ΕΜΕΟ στην Κλεισούρα της Καστοριάς κατά την εξέγερση του Ίλιντεν (7/1903).
Ο Μακεδονομάχος Καπετάν Άγρας και η ομάδα του στη λίμνη των Γιαννιτσών (1906).

Η πρόοδος του βουλγαρικού εθνικού κινήματος είχε ως αποτέλεσμα τη διεκδίκηση και περιοχών που θεωρούνταν «ιστορικές ελληνικές χώρες», συμπεριλαμβανομένης της Μακεδονίας, που γινόταν αντιληπτή ως βόρεια Ελλάδα, δυτική Βουλγαρία ή νότια Σερβία.[31] Η ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870 θορύβησε το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο με αποτέλεσμα το μακεδονικό ζήτημα να γίνει σημαντικότερο ζήτημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.[32] Μήλο της έριδας μεταξύ των αντιδιεκδικητών της περιοχής υπήρξαν πρωτίστως οι σλάβοι της Μακεδονίας.[33] Οι ανταγωνιστές της Ελλάδας βάσιζαν τα επιχειρήματά τους κυρίως στη γλώσσα που μιλούσαν οι Σλάβοι της Μακεδονίας,[34] ενώ οι Έλληνες επιχειρηματολογούσαν σχετικά με την καταγωγή των «βουλγαρόφωνων Ελλήνων» ή «Σλάβων της Μακεδονίας», όπως τους αποκαλούσαν πλέον, θεωρώντας τους εκσλαβισθέντες Έλληνες,[35] τα ιστορικά δίκαια και την εθνική «συνείδηση» ή το «φρόνημα» των σλαβοφώνων, που συναγόταν από την πνευματική υπακοή στον Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη.[36] Για την καταπολέμηση της βουλγαρικής κίνησης στο εκκλησιαστικό και εκπαιδευτικό επίπεδο, ιεράρχες του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην περιοχή συνεργάστηκαν με εκπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης.[33] Προξενώντας μία πρωτοφανή για την περιοχή εκπαιδευτική και πολιτιστική δραστηριότητα, οι διεκδικητές της Μακεδονίας επιδόθηκαν σε έναν ανταγωνισμό για τον έλεγχο των εκκλησιών και των κοινοτικών σχολείων,[33] όπου, πέρα από τη διδασκαλία της γλώσσας, διαμορφωνόταν η εθνική ταυτότητα.[37] Ο θρησκευτικός προσηλυτισμός εξελίχθηκε σε ολομέτωπο εθνικιστικό αγώνα.[38]

Το 1893 ιδρύθηκε η ΕΜΕΟ, μία οργάνωση που αποσκοπούσε στο να γίνει η Μακεδονία αυτόνομη[39] και που προσανατολίστηκε στην οικοδόμηση ενός παράλληλου κράτους στα σλαβόφωνα χωριά της Μακεδονίας, χρησιμοποιώντας τρομοκρατικές μεθόδους για να εδραιώσει τη βάση της.[40] Η ΕΜΕΟ απέκτησε σημαντικά ερείσματα στους χωρικούς, που συντάχθηκαν μαζί της εξαιτίας κοινωνικών μεριμνών, βραχυπρόθεσμα εξαιτίας όσων αποσπούσαν με την απειλή της βίας ένοπλα σώματα της ΕΜΕΟ από μέλη των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων αλλά και χάρη στην προοπτική της κοινωνικής αλλαγής που υποσχόταν, ιδίως της ριζοσπαστικής αγροτικής μεταρρύθμισης.[41] Η δράση της EMEO κορυφώθηκε το 1903, όταν πραγματοποίησε την εξέγερση του Ίλιντεν, που γρήγορα καταπνίγηκε από τις οθωμανικές αρχές.[42]

Η εξέγερση αυτή ώθησε Έλληνες στρατιωτικούς και διπλωμάτες να προσπαθήσουν να βρουν διέξοδο για την επίτευξη της Μεγάλης Ιδέας με τις μεθόδους του ανταρτοπολέμου.[42] Το 1904 ιδρύθηκε στην Αθήνα μια κατ' όνομα ιδιωτική οργάνωση, το Ελληνομακεδονικό Κομιτάτο, που λάμβανε ηθική και υλική υποστήριξη από την ελληνική κυβέρνηση. Έλληνες αξιωματικοί απομακρύνθηκαν από τις μονάδες τους για να λάβουν μέρος στον Αγώνα και το ελληνικό προξενείο της Θεσσαλονίκης έγινε το οργανωτικό κέντρο του.[43] Ο θάνατος του Παύλου Μελά το φθινόπωρο του 1904 εξώθησε πολλούς εθελοντές να ακολουθήσουν το παράδειγμά του και κατέστησε αδύνατο για τις ελληνικές κυβερνήσεις να παραβλέψουν το ζήτημα. Από το 1904 ως το 1908 σώματα της ΕΜΕΟ συγκρούστηκαν με ελληνικές αντάρτικες ομάδες,[44] ντόπιων σλαβόφωνων συνταγμένων με την ελληνική πλευρά (που αποκαλούνταν υποτιμητικά από τους αντιπάλους τους «γραικομάνοι») και εθελοντών από την ελεύθερη Ελλάδα (κυρίως την Κρήτη), πλαισιωμένων από έμπειρους αξιωματικούς και επιτελικούς του Ελληνικού Στρατού.[εκκρεμεί παραπομπή] Τα ελληνικά σώματα κατάφεραν να υπερισχύσουν, αναχαιτίζοντας τη βουλγαρική δραστηριότητα στη νότια και κεντρική Μακεδονία.[43]

Ελληνική επικράτεια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Μακεδονία στη νοτιοανατολική Ευρώπη

Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-1913

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το πανηγυρικό πρωτοσέλιδο της Μακεδονίας τη μεθεπόμενη μέρα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης (Κυριακή 28 Οκτωβρίου 1912).

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-1913 οδήγησαν στον τερματισμό της οθωμανικής κυριαρχίας στην περιοχή και την απελευθέρωση μεγάλου τμήματός της. Από τον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας το 51% προσαρτήθηκε στην Ελλάδα, το 38% στη Σερβία και το 10% στη Βουλγαρία. Η νότια Μακεδονία, που περιήλθε στην Ελλάδα, ταυτιζόταν περίπου με τα όρια της Μακεδονίας των κλασικών χρόνων και περιλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος της ζώνης για την οποία αντιδικούσαν Έλληνες και Βούλγαροι.

Παράδοση Ανατολικής Μακεδονίας στους Βούλγαρους από τη φιλοβασιλική κυβέρνηση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν άλλαξε ουσιαστικά τα σύνορα που είχαν χαραχτεί μόλις ένα χρόνο πριν, έφερε όμως μεγάλα δεινά στον πληθυσμό, καθώς στη Μακεδονία δημιουργήθηκε το τρίτο μεγαλύτερο μέτωπο στην Ευρώπη, το Βαλκανικό Μέτωπο. Στην κεντρική και δυτική Μακεδονία συγκρούστηκαν από τη μια ΓερμανοίΑυστριακοίΤούρκοι και Βούλγαροι και από την άλλη ΒρετανοίΓάλλοιΙταλοί, Σέρβοι και Έλληνες. Μάλιστα, η διχογνωμία μεταξύ του βασιλιά Κωνσταντίνου Α' και του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου σχετικά με τη συμμετοχή ή όχι της Ελλάδας στον πόλεμο είχε ως επακόλουθο τη μεταξύ τους ρήξη (Εθνικός Διχασμός), το Κίνημα Εθνικής Αμύνης και την επακόλουθη εγκατάσταση του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη με δημιουργία Κυβέρνησης Τριανδρίας, την παράδοση της Μακεδονίας από τη φιλοβασιλική Κυβέρνηση των Αθηνών στους Γερμανοβουλγάρους και τελικά τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πλευρό των δυνάμεων της Εγκάρδιας Συνεννόησης (Αντάντ).

Συγκεκριμένα, η φιλοβασιλική Κυβέρνηση Σκουλούδη για να δημιουργήσει τετελεσμένο γεγονός υπέρ των Γερμανών αποφάσισε την παράδοση της Ανατολικής Μακεδονίας στους Βούλγαρους, συμμάχους των Γερμανών. Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός Σκουλούδης, ο υπουργός Στρατιωτικών Γιαννακίτσας, ο τότε αναπληρωτής του επιτελάρχη του Στρατού (και κατοπινός δικτάτορας) Ιωάννης Μεταξάς, με τη σύμφωνη γνώμη του φιλογερμανού βασιλιά Κωνσταντίνου, αποφάσισαν την αμαχητί παράδοση του οχυρού Ρούπελ στους Γερμανοβουλγάρους, στις 26 Μαΐου 1916 και ακολούθως της Καβάλας. Έτσι, οι Βούλγαροι ως σύμμαχοι των Γερμανών, κατέλαβαν αμαχητί την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας, χωρίς καν να υπάρχει εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας.[45][46][47]

Β΄ Βουλγαρική Κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Β΄ Βουλγαρική Κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας ήταν συνέπεια της επεκτατικο-εθνικιστικής πολιτικής των Βουλγάρων αλλά και της πολιτικο-στρατιωτικής πίεσης των Αγγλο-Γάλλων για τη σύμπραξη των Ελλήνων μαζί τους στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918).[48]

Υπολογίζεται πως κατά τη Β΄ Βουλγαρική Κατοχή 42.000 Έλληνες, ηλικίας 17-60 ετών, εκτοπίσθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Βουλγαρία, για την εκτέλεση καταναγκαστικών έργων. Από τους εξορισθέντες περίπου 12.000 δεν κατόρθωσαν τελικά να επιστρέψουν ζωντανοί.[49]

Τον Αύγουστο του 1916, κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μονάδες της 7ης Βουλγαρικής Μεραρχίας κατέλαβαν πόλεις της ανατολικής Μακεδονίας, όπως τη Δράμα, τις Σέρρες και την Καβάλα. Στη διάρκεια της Β' Βουλγαρικής Κατοχής (1916-1918) ο ελληνικός πληθυσμός στις πόλεις και τα χωριά υπέστη διώξεις, λιμοκτονία, ομηρίες καθώς και συλλήψεις, φυλακίσεις, βιαιοπραγίες και βασανισμούς από τη μυστική βουλγαρική αστυνομία και τον κατοχικό βουλγαρικό στρατό. Ως αποτέλεσμα χιλιάδες Έλληνες έχασαν τη ζωή τους. Στην Ανατολική Μακεδονία είχαν εγκατασταθεί μόνιμα από το 1913 πολλοί Έλληνες πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία και την Ανατολική Θράκη, ο οποίοι μαζί με τους ντόπιους Μακεδόνες υπέστησαν και αυτοί, ελάχιστα χρόνια μετά την έλευσή τους, τον λιμό τις εξορίες και τις βιαιότητες του Βουλγαρικού κατοχικού στρατού.[50][51][52][53][54]

Κατά τη Β΄ Βουλγαρική Κατοχή εφαρμόστηκε από τους Βούλγαρους ένα σκληρό μέτρο εξόντωσης του πληθυσμού: η εκτόπιση και η ομηρία χιλιάδων Ελλήνων κατοίκων, μεταξύ αυτών και του συνόλου σχεδόν των ιερέων, της Ανατολικής Μακεδονίας σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικά έργα στη Βουλγαρία. Υπολογίζεται πως εξορίστηκαν 42.000 Έλληνες, ηλικίας 17-60 ετών. Από τους εξορισθέντες περίπου 12.000 δεν κατόρθωσαν τελικά να επιστρέψουν ζωντανοί. Πάνω από το 1/4 των εκπατρισμένων έχασαν τη ζωή τους από τις στερήσεις, τα βασανιστήρια και την εξοντωτική εργασία και δεν επέστρεψαν ποτέ στην πατρίδα τους.[51][53][55][56][57][58]

Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Ελληνικοί πληθυσμοί που είχαν παραμείνει στο βόρειο τμήμα της Μακεδονίας, το οποίο πέρασε στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας, προσέφυγαν στο ελεύθερο τμήμα και εγκαταστάθηκαν κυρίως στις πόλεις αλλά και σε μικρότερα χωριά. Έτσι Έλληνες του Μοναστηρίου, της Οχρίδας, του Κρουσόβου, του Μοριχόβου, των Τικφών, της Γευγελής, της Βογδάντσας, της Παλαιάς Δοϊράνης, της Στρώμνιτσας κ.λ.π. εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, τη Φλώρινα, την Έδεσσα, το Κιλκίς και αλλού.

Το 1ο Τάγμα του Στρατού του Κινήματος της Εθνικής Αμύνης παρελαύνει δίπλα στον Λευκό Πύργο πριν μεταβεί στο Μέτωπο.

Η Ανατολική Μακεδονία υπέστη τα πάνδεινα τόσο κατά την Α΄ Βουλγαρική Κατοχή (Οκτώβριος 1912-Ιούνιος 1913) όσο και κατά τη Β΄ Βουλγαρική Κατοχή (1916-1918). Κατά τις δύο αυτές περιόδους ο ελληνικός πληθυσμός υπέστη διώξεις, λιμοκτονία, ομηρίες καθώς και συλλήψεις και βασανισμούς από τη μυστική βουλγαρική αστυνομία και τον κατοχικό βουλγαρικό στρατό. Ακόμη κλάπηκαν, και κρατούνται έως σήμερα στη Βουλγαρία, τα κειμήλια και οι θησαυροί της Μονής Παναγίας Εικοσιφοινίσσης της Μητροπόλεως Δράμας αλλά και της Μονής Τιμίου Προδρόμου Σερρών και των Μονών Παναγίας Καλαμούς και Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας Ξάνθης.[59][60][61][62]

Εγκατάσταση Ελλήνων προσφύγων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Μακεδονία είχαν εγκατασταθεί μόνιμα από το 1913 πολλοί Έλληνες πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία και την Ανατολική Θράκη. Με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919, μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας αφενός πολλοί κάτοικοι της Μακεδονίας, βουλγαρικής συνείδησης προσέφυγαν στη Βουλγαρία και αφετέρου Έλληνες κάτοικοι της βορειοδυτικής Μακεδονίας (Άνω ΤζουμαγιάΆνω ΝευροκόπιΠετρίτσιΜελένικο κ.λ.π.) αλλά και οι Έλληνες από την Ανατολική Ρωμυλία εγκαταστάθηκαν στην ελεύθερη Μακεδονία. Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 με την εγκατάσταση χιλιάδων Ελλήνων προσφύγων, επιτάχυνε τις πληθυσμιακές αλλαγές που είχαν ήδη ξεκινήσει. Με τη συμφωνία για την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923-24, Τούρκοι αναχώρησαν για την Τουρκία και στη θέση τους εγκαταστάθηκαν Έλληνες από τη Μικρά Ασία (ΙωνίαΚαππαδοκίαΠόντοςΒιθυνίαΛυκαονία), τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας και την Ανατολική Θράκη. Η Μακεδονία είχε πλέον ομογενοποιηθεί πληθυσμιακά και το 1926 οι Έλληνες ξεπερνούσαν το 88% του πληθυσμού.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η περιοχή γνώρισε τριπλή κατοχή. Η ανατολική Μακεδονία παραχωρήθηκε στη Βουλγαρία, η δυτική τέθηκε υπό ιταλική κατοχή, ενώ την κεντρική κράτησαν υπό τον άμεσο έλεγχό τους οι Γερμανοί. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, οι Βούλγαροι επέκτειναν τη ζώνη κατοχής τους ως τη Χαλκιδική και το Κιλκίς και δημιούργησαν φρουραρχείο στη δυτική Μακεδονία. Παράλληλα, ο εβραϊκός πληθυσμός της Μακεδονίας ξεκληρίστηκε, καθώς ελάχιστοι Εβραίοι κατόρθωσαν να αποφύγουν τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η συνθηκολόγηση της Γερμανίας δεν σήμανε και το τέλος των δεινών για τη Μακεδονία, καθώς αποτέλεσε το σημαντικότερο θέατρο της αναμέτρησης μεταξύ του Ελληνικού Στρατού και του Δημοκρατικού Στρατού στα χρόνια του ελληνικού εμφυλίου πολέμου. Η τελική επικράτηση του Ελληνικού Στρατού που επιτεύχθηκε μετά τις νίκες στο Γράμμο και το Βίτσι το 1949, καθώς και η ρήξη της Γιουγκοσλαβίας με το κομμουνιστικό μπλοκ το 1948, σήμαναν και τον τερματισμό της αποσχιστικής προπαγάνδας στη Μακεδονία.

Σύγχρονη εποχή (από το 1949)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο η Μακεδονία αναπτύχθηκε αλματωδώς. Με κρατικές, κυρίως, επενδύσεις δημιουργήθηκαν έργα υποδομής (ενεργειακά, συγκοινωνιακά, αρδευτικά, κ.ά.), απαραίτητα για την ανάπτυξη της περιοχής. Έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980 επιδίωξη της πολιτείας ήταν η ταυτόχρονη ανάπτυξη του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα της οικονομίας. Αργότερα, προωθήθηκε και η δημιουργία τουριστικών υποδομών που να ικανοποιούν τα ενδιαφέροντα επισκεπτών μέσου και υψηλού εισοδηματικού επιπέδου, με δράσεις που αναπτύσσονται όλο το χρόνο και που ποικίλλουν από περιοχή σε περιοχή.

Σήμερα η Μακεδονία, από τις Πρέσπες μέχρι την Καβάλα θεωρείται στρατηγικού σχεδιασμού νοτιο-ευρωπαϊκή περιφέρεια και αποτελεί εμπορικό και οικονομικό κέντρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Το όνομά της Μακεδονίας προέρχεται από την Ελληνική μυθολογία, που πέρασε στη κυρίως Αρχαία Ιστορία και που πρώτος την κατέγραψε ο Ηρόδοτος (Ε 17).

Ο «Πατέρας της Ιστορίας» ο Ηρόδοτος ονομάζει Μακεδονία την πέρα της Πρασιάδας λίμνης και του Δυσώδους όρους χώρα (Ε 18) που ορίζεται προς Ν. από τον Πηνειό και τον Όλυμπο (Ζ’ 173), άλλως «Μακεδονίς» (Ζ 127). Οι κάτοικοι αυτής Μακεδόνες (Ε 18) ή «Μακεδνόν έθνος» (Α 56, Η 43) ήταν κατ΄ εκείνον Δωρικό γένος που κατοικούσε πρώτα στη Φθιώτιδα επί Δευκαλίωνα, παρά την Όσσα και τον Όλυμπο επί Δώρου και που τελικά εκδιώχθηκε από τους Καδμείους και κατέφυγε στην Πίνδο (Α 56).

Στην Ελληνική μυθολογία υπάρχουν τρεις παραδόσεις για το όνομα της Μακεδονίας:

  1. Από τον γενάρχη Μακεδόνα το γιο του Αιόλου (Ελιαν. απόσπ. 46).
  2. Από τον Μακεδόνα τον γιο του Λυκάονα (Βασιλέα της Ημαθίας), πατέρα της Πίνδου και
  3. Το όνομα οφείλεται από τον Μακεδόνα τον γιο του Δία και της Θυίας, κόρης του Δευκαλίωνα που απέκτησε τα τέκνα Άμαθον και Πίερον από το όνομα του οποίου ονομάστηκαν τα Πιέρια όρη. (Ησιόδου απόσπ. XXVI).
Δείτε επίσης και Ετυμολογία του ονόματος Μακεδονία

Ετυμολογικά το όνομα των Μακεδόνων όπως και εκείνο της χώρας των καθώς και τα Μακεδνός, Μάγνης, Μακέτης λογίζεται από τη δωρική ρίζα μακ- από την οποία παράγονται οι λέξεις μακεδνός (Οδύσσεια η’ 106 = ευμήκης), μάκεδνα, μακεδανός, μηκεδανός, μάκαρ, μακρός, μήκος, magnus κλπ. και σημαίνει επομένως τους ψηλούς σε ανάστημα, τους ορεσίβιους. (Σημ. στη δωρική «μάκος» = μήκος)

Κλιματική ταξινόμηση Κέππεν της Μακεδονίας

Η Μακεδονία αποτελεί το μεγαλύτερο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας, με τις περισσότερες πλουτοπαραγωγικές πηγές.

Ειδικότερα τα σύνορα του διαμερίσματος αυτού είναι: νότια το Αιγαίο Πέλαγος, από τις εκβολές του ποταμού Νέστου, στη δυτική πλευρά της Θράκης, έως τη παραλία Αιγάνης, κοντά στο Πλαταμώνα, στη βόρεια πλευρά της Θεσσαλίας. Στη συνέχεια προς νότο, σύνορα του διαμερίσματος είναι οι νομοί Λαρίσης και Τρικάλων της Θεσσαλίας ως και ένα τμήμα της Ηπείρου έως τη κορυφή Μαυροβούνι της Πίνδου. Δυτικά δε είναι η Ήπειρος από τη κορυφή Μαυροβούνι ως τη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα. Και προς βορρά είναι τα σύνορα της Βόρειας Μακεδονίας σε μήκος 244 χλμ. και συνέχεια τα σύνορα της Βουλγαρίας με ίσο περίπου μήκος. Τέλος ανατολικά είναι ο Νομός Ξάνθης της Θράκης, με φυσική διαχωριστική γραμμή κατά το μεγαλύτερο μέρος με τον ποταμό Νέστο. Η συνολική έκταση της Μακεδονίας φθάνει τα 34.178 τετρ. χλμ. και ο πληθυσμός της τους 2.408.530 κατ.

Οι γεωγραφικές συντεταγμένες του διαμερίσματος της Μακεδονίας στα όρια αυτά είναι: Πλάτος (φ) 39° 50’ Βόρειο ως και 41° 32’ Β, Μήκος (λ) 20° 47’ Ανατολικό και 24° 47’ Α. Οι μέσες συντεταγμένες είναι (φ) 40° 30’ Β και (λ) 23° 00’ Α. που συμπίπτουν με τη θέση του χωρίου Νέο Ρύσιο στο Νομό Θεσσαλονίκης.

Τα δύο από τα τρία «τριεθνή» σημεία των Ελληνικών συνόρων βρίσκονται στα Μακεδονικά σύνορα, το ένα εντός της λίμνης Μεγάλη Πρέσπα, νότια της νησίδας του Αγίου Αχιλλείου, το δε άλλο επί κορυφής του όρους Μπέλλες (Κερκίνη) με υψόμετρο 1.883 μ. (το τρίτο βρίσκεται στα σύνορα της Θράκης).

Τοπογραφικός χάρτης της Μακεδονίας

Το τοπίο χαρακτηρίζεται από ποικιλία, μιας και η Δυτική και Ανατολική Μακεδονία είναι ορεινή με την εξαίρεση ορισμένων μεγάλων, γόνιμων κοιλάδων, ενώ στην Κεντρική Μακεδονία βρίσκεται η πεδιάδα των Γιαννιτσών, η μεγαλύτερη της Ελλάδας.

Ακολουθεί κατάλογος των κυριότερων βουνών της Μακεδονίας:

ΒουνόΥψόμετροΤοποθεσία
Όλυμπος2917Πιερία (δ. Δίου & Ολύμπου), Θεσσαλία
Σμόλικας2637Γρεβενά (δ. Γρεβενών), Ήπειρος
Βόρας (Καϊμάκ Τσαλάν)2524Πέλλα (δ. Έδεσσαςδ. Αλμωπίας), Βόρεια Μακεδονία
Γράμμος2520Καστοριά (δ. Νεστορίου), ΉπειροςΑλβανία
Βαρνούντας (Περιστέρι)2334Φλώρινα (δ. Φλώριναςδ. Πρεσπών), Βόρεια Μακεδονία
Βασιλίτσα2249Γρεβενά (δ. Γρεβενών), Ήπειρος
Φαλακρό2230Δράμα (δ. Δράμαςδ. Προσοτσάνηςδ. Νευροκοπίου)
Όρβηλος2212Δράμα (δ. Νευροκοπίου), Σέρρες (δ. Σιντικής), Βουλγαρία
Πιέρια (Φλάμπουρο)2190Πιερία (σ. Κατερίνης), Κοζάνη (δ. Σερβίων & Βελβεντού)
Τζένα2182Πέλλα (δ. Αλμωπίας)
Λύγκος (κορυφή Αυγό)2177Γρεβενά (δ. Γρεβενών), Ήπειρος
Ζυγός (Μαυροβούνι)2159Γρεβενά (δ. Γρεβενών), Ήπειρος
Πίνοβο2156Πέλλα (δ. Αλμωπίας)
Βέρνο (Βίτσι)2128Φλώρινα (δ. Φλώριναςδ. Αμυνταίου), Καστοριά (δ. Καστοριάς)
Άσκιο (Σινιάτσικο)2111Κοζάνη (δ. Εορδαίαςδ. Βοΐουδ. Κοζάνης)
Βέρμιο2052Ημαθία (δ. Βέροιαςδ. Η. Π. Νάουσας)
Άθως2033Χαλκιδική
Μπέλλες2031Κιλκίς (δ. Κιλκίς), Σέρρες (δ. Σιντικής), Βουλγαρία
Μενοίκιο όρος1963Δράμα (δ. Νευροκοπίουδ. Προσοτσάνης), Σέρρες (δ. Σερρώνδ. Νέας Ζίχνηςδ. Εμμανουήλ Παππά)
Παγγαίο όρος1956Καβάλα (δ. Παγγαίου), Σέρρες (δ. Αμφίπολης)
Φρακτό1953Δράμα (δ. Παρανεστίου), Βουλγαρία
Βούρινος1866Κοζάνη (δ. Κοζάνης), Γρεβενά (δ. Γρεβενών)
Όρη Βροντούς1849Δράμα (δ. Νευροκοπίου), Σέρρες (δ. Σερρών)
Τίταρος1839Κοζάνη (δ. Σερβίων & Βελβεντού), Πιερία (δ. Δίου-Ολύμπου), Θεσσαλία
Χαϊντού Κούλας1828Δράμα (δ. Παρανεστίου), ΘράκηΒουλγαρία
Ελατιά (Καρά Ντερέ)1826Δράμα (δ. Νευροκοπίουδ. Δράμαςδ. Παρανεστίου)
Βόιο1802Καστοριά (δ. Άργους Ορεστικού), Κοζάνη (δ. Βοΐου)
Τρικλάριο Όρος1776Φλώρινα (δ. Πρεσπών)
Στάμνα1739Δράμα (δ. Παρανεστίου), Βουλγαρία
Μουρίκι1703Καστοριά (δ. Άργους Ορεστικού)
Πάικο1650Πέλλα (δ. Πέλλας), Κιλκίς (δ. Παιονίας)
Καμβούνια όρη1615Κοζάνη (δ. Σερβίων & Βελβεντού), Γρεβενά (δ. Δεσκάτης)
Χάσια όρη1564Γρεβενά (δ. Δεσκάτης), Θεσσαλία
Τσερνάκι1523Δράμα (δ. Παρανεστίου)
Ουρίδα1480Φλώρινα (δ. Πρεσπών), Αλβανία
Βροντερό (Τσουτσούλι)1456Φλώρινα (δ. Πρεσπών)
Όρλιακας1433Γρεβενά (δ. Γρεβενών)
Αντιχάσια όρη1416Γρεβενά (δ. Γρεβενών), Θεσσαλία
Ντέβας1373Φλώρινα (δ. Πρεσπών)
Άγκιστρο (Τσιγκέλι)1330Σέρρες (δ. Σιντικής)
Όρη Λεκάνης1298Καβάλα (δ. Νέστου)
Σκοπός1284Κοζάνη (δ. Κοζάνης)
Υψάρι1203Καβάλα (νήσος Θάσος)
Χορτιάτης1201Θεσσαλονίκη (δ. Πυλαίας & Χορτιάτη)
Κρούσσια όρη1179Κιλκίς (δ. Κιλκίς), Σέρρες (δ. Βισαλτίαςδ. Ηρακλείας)
Χολομώντας1165Χαλκιδική (δ. Πολυγύρου)
Βερτίσκος1103Θεσσαλονίκη (δ. Λαγκαδά)
Κερδύλια όρη1092Θεσσαλονίκη (δ. Βόλβης), Σέρρες (δ. Αμφίποληςδ. Βισαλτίας)
Μέση θερμοκρασία ανά τοποθεσία στη Μακεδονία

Η προϊστορική χλωρίδα διέφερε σημαντικά από τη σημερινή. Υπήρχαν αρκετά είδη που σήμερα έχουν εξαφανιστεί και είναι γνωστά μόνο από απολιθώματα φύλλων και καρπών ή από τμήματα απολιθωμένων κορμών.

Από τα κωνοφόρα ξεχωρίζει η Σεκόια η ελατόμορφη, συγγενής της Σεκόιας της αειθαλούς που ζει σήμερα στη Βόρεια Αμερική. Από τα πλατύφυλλα ο Σφένδαμος ο παλαιοσακχάρινος (Acer palaeosaccharinum), ο Σφένδαμος ο πλατύφυλλος (Acer platyphyllum), το Κλήθρο το τζουλιανόμορφο (Alnus julianiformis), το Κλήθρο το κεκροπτόφυλλο (Alnus cecropiaefolia), ο Σασσαφράς ο φερρετιανός (Sassafras ferretianum), το Κιννάμωμον το πολύμορφο (Cinnamomum polymorphum), ο Γαύρος ο Μέγας (Carpinus grandis), καθώς και τουλάχιστον τέσσερα διαφορετικά είδη λεύκας. Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι υπήρξαν στην περιοχή και περίοδοι με κλίμα πιο θερμό από το σημερινό. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι κατά τις μεσοπαγετώδεις περιόδους το κλίμα της Γης γινόταν θερμό.

Νησιά της Μακεδονίας είναι η Θάσος, αντίκρυ από τις ακτές της ανατολικής Μακεδονίας και το λιμάνι της Καβάλας, και η Αμμουλιανή, αντίκρυ από τις ακτές της Κεντρικής Μακεδονίας, στo νομό Χαλκιδικής, μεταξύ του πρώτου και δεύτερου ποδιού και δίπλα στην Ουρανούπολη.

Η Θεσσαλονίκη είναι η μητρόπoλη, οικονομικό και εμπορικό κέντρο και κύρια πόλη της Μακεδονίας, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας και πρωτεύουσα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Η Θεσσαλονίκη είναι έδρα του Υφυπουργείου Μακεδονίας-Θράκης.[63]

Πληθυσμός και δημογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ιστορικός πληθυσμός Μακεδονίας
(Στοιχεία απογραφών από την απελευθέρωση μέχρι σήμερα)
ΈτοςΠληθυσμόςΜεταβολή πληθ.Ποσ. πληθ. ΕλλάδοςΠυκνότητα πληθ.
1913[64]
1.194.902
25,24%
35 κατ / χμ²
1920[65]
1.090.432
- 104.470
19,70%
32 κατ / χμ²
1928[66]
1.411.769
+ 321.337
22,75%
41 κατ / χμ²
1940[67]
1.759.130
+ 347.361
23,95%
51 κατ / χμ²
1951[68]
1.700.835
- 58.295
22,28%
50 κατ / χμ²
1961[69]
1.890.654
+ 189.819
22,54%
55 κατ / χμ²
1971[70]
1.890.684
+ 30
21,56%
55 κατ / χμ²
1981[71]
2.121.953
+ 231.269
21,79%
62 κατ / χμ²
1991[72]
2.236.019
+ 114.066
21,79%
65 κατ / χμ²
2001[73]
2.424.765
+ 188.746
22,12%
71 κατ / χμ²
2011[1]
2.408.530
- 16.235
22,02%
70 κατ / χμ²
2021[74]
2.262.775
-145.755
21,69%
66 κατ / χμ²

Με τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) και του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η στρατηγική του Ελευθέριου Βενιζέλου και του τότε Βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου Α΄, οδηγεί στη διεύρυνση της ελληνικής επικράτειας και το κομμάτι της νoτίου Μακεδονίας (περίπου το μισό της πρόσφατης γεωγραφικής περιοχής) ενώνεται με την Ελλάδα.

Mέχρι το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων και την ενσωμάτωση του διαμερίσματος της Μακεδονίας με το ελληνικό κράτος, ο πληθυσμός της περιοχής αποτελούνταν από Έλληνες, Μουσουλμάνους (Τούρκους και μη Τούρκους), Βούλγαρους, Σλάβους και, κυρίως στη Θεσσαλονίκη, Σεφαρδίτες Εβραίους. Με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων, τις αναταραχές και την επαναχάραξη των συνόρων, οι μη ελληνικοί πληθυσμοί μετακινήθηκαν, κατά πλειοψηφία, στις μητροπολιτικές τους χώρες. Οι Εβραίοι είτε μετανάστευσαν μετά από την πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης του 1917, είτε εξοντώθηκαν κατά τη γερμανική κατοχή της Θεσσαλονίκης.

Έλληνες της βόρειας Μακεδονίας, από πόλεις όπως η Στρώμνιτσα, το Μελένικο και το Πετρίτσι, μετακινήθηκαν προς τις ελληνικές περιοχές ύστερα από εντολή του ελληνικού στρατού τον Αύγουστο του 1913. Το έτος 1914, μετά τις πρώτες συστηματικές διώξεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Θράκης, πολλοί πρόσφυγες κατέφυγαν στη Μακεδονία.[75] Τον Ιούνιο του 1915 κατέφθασαν στη Μακεδονία πρόσφυγες από τη Ανατολική Ρωμυλία (που ανήκει σήμερα στη Βουλγαρία),[50] την Ανατολική Θράκη, τη Μικρά Ασία, τον Καύκασο.[76]

Η Ανατολική Μακεδονία υπέστη τα πάνδεινα τόσο κατά την Α' Βουλγαρική Κατοχή (Οκτώβριος 1912-Ιούνιος 1913) όσο και κατά τη Β' Βουλγαρική Κατοχή (1916-1918). Κατά τις δύο αυτές περιόδους ο ελληνικός πληθυσμός υπέστη διώξεις, λιμοκτονία, ομηρίες καθώς και συλλήψεις και βασανισμούς από τη μυστική βουλγαρική αστυνομία και τον κατοχικό βουλγαρικό στρατό.

Ειδικότερα κατά τη Β' Βουλγαρική Κατοχή εφαρμόστηκε από τους Βούλγαρους ένα σκληρό μέτρο εξόντωσης του πληθυσμού της Ανατολικής: η εκτόπιση και η ομηρία χιλιάδων Ελλήνων κατοίκων, μεταξύ αυτών και του συνόλου σχεδόν των ιερέων, της Ανατολικής Μακεδονίας σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικά έργα στη Βουλγαρία. Πάνω από το 1/4 των εκπατρισθέντων έχασαν τη ζωή τους από τις στερήσεις, τα βασανιστήρια και την εξοντωτική εργασία και δεν επέστρεψαν ποτέ στην πατρίδα τους.[51][53][55][56][57][58]

Με τη Συνθήκη του Νεϊγύ τον Νοέμβριο του 1919 και τη σύμβαση μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας περί ανταλλαγής πληθυσμών, μετακινήθηκαν από τη Βουλγαρία προς τη Μακεδονία και άλλοι ελληνικοί πληθυσμοί.

Μετά τη Γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής, τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 και τη Συνθήκη της Λωζάνης, στην περιοχή εγκαταστάθηκαν Έλληνες πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία.[77][78]

Ο πληθυσμός μειώθηκε δραματικά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εξαιτίας της πείνας, των εκτελέσεων και των μετατοπίσεων. Η Κεντρική Μακεδονία, συμπεριλαμβανομένης της Θεσσαλονίκης, βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή ενώ η Ανατολική Μακεδονία υπό βουλγαρική κατοχή. Οι συνολικοί θάνατοι πολιτών στη Μακεδονία υπολογίζονται περίπου στους 400.000, ανάμεσα σε αυτούς 55.000 Έλληνες Εβραίοι. Η περιοχή επηρεάστηκε επίσης πληθυσμιακά και αργότερα εξαιτίας του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου.

Σήμερα, οι περισσότεροι κάτοικοι είναι Έλληνες (98%)[εκκρεμεί παραπομπή] και η κύρια θρησκεία των κατοίκων είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι.[εκκρεμεί παραπομπή] Πολλοί Έλληνες από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη ήρθαν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και ακολούθως με την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας κατά το 1922-1923 και οι περισσότεροι από αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία, κυρίως σε πόλεις και χωριά όπου υπήρχε μουσουλμανικός πληθυσμός πριν το 1922. Σύμφωνα με την Οθωμανική απογραφή του Χιλμί Πασά το 1904 καταγράφηκαν 373.227 Έλληνες και 204.317 Βούλγαροι στο βιλαέτι της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με την ίδια απογραφή, οι Έλληνες ήταν επίσης κυρίαρχοι πληθυσμιακά και στο βιλαέτι του Μοναστηριού (σημερινή Μπίτολα της πΓΔΜ), αριθμώντας 261,283 Έλληνες και 178,412 Βούλγαρους.[79]

Πρόσφυγας στη Θεσσαλονίκη (1923).
Εβραίοι της Θεσσαλονίκης συγκεντρωμένοι στην πλατεία Ελευθερίας (7/1942).

Αν και στις αρχές του 20ού αιώνα η περιοχή αποτελούσε μωσαϊκό εθνοτήτων (ΈλληνεςΤούρκοιΒούλγαροιΒλάχοιΑρμένιοιΕβραίοιΑλβανοίΣέρβοι), σήμερα η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική, καθώς ο πληθυσμός της Μακεδονίας χαρακτηρίζεται από εθνική ομοιογένεια.

Το βουλγαρικό στοιχείο αποχώρησε από τα εδάφη της ελληνικής Μακεδονίας κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και αργότερα, κατά τη δεκαετία του 1920, στο πλαίσιο της συμφωνίας για την εθελοντική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας.

Οι μουσουλμάνοι (Τούρκοι στην πλειοψηφία τους), οι οποίοι κατοικούσαν σε συμπαγείς κοινότητες, κυρίως στις μεγάλες πόλεις και στις αγροτικές περιοχές του Κιλκίς, της Ημαθίας, των Γιαννιτσών, της Κοζάνης, των Σερρών και της Δράμας (έφταναν τις 330.000), αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να αναχωρήσουν για τη Μικρά Ασία, λόγω της συμφωνίας για την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που υπογράφτηκε τον Ιανουάριο του 1923.

Ένα μέρος των Βλάχων της Μακεδονίας, οι «ρουμανίζοντες», είχαν επίσης την ευκαιρία να αναχωρήσουν για τη Ρουμανία το 1926-1927 μετά από συμφωνία μεταξύ των πρωθυπουργών Ελευθέριου Βενιζέλου και Μαγιορέσκου.

Το μεγαλύτερος μέρος των Εβραίων που κατοικούσε στη Μακεδονία χάθηκε στα κρεματόρια των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ αρκετοί από τους επιζήσαντες προτίμησαν να μεταναστεύσουν στο νεοσύστατο κράτος του Ισραήλ.

Οι 100.000 και πλέον Αρμένιοι, που έφτασαν στην Ελλάδα στο πλαίσιο της ανταλλαγής των πληθυσμών το 1923, επίσης αναχώρησαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, είτε με προορισμό την Αρμενική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία, είτε για τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

Στη Μακεδονία εγκαταστάθηκαν Έλληνες πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία, τη Βόρεια Μακεδονία, την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία (ΙωνίαΒιθυνίαΛυκαονίαΠόντοςΚαππαδοκία). Οι περισσότεροι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σε αγροτικές περιοχές, στην κεντρική και την ανατολική Μακεδονία, ενώ στη δυτική Μακεδονία οι πρόσφυγες έφτασαν τις 72.000. Επίσης, μεγάλο ποσοστό των προσφύγων που προέρχονταν από αστικά κέντρα της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης εγκαταστάθηκε στις πόλεις της Μακεδονίας (ΣέρρεςΚαβάλαΔράμαΚατερίνηΞάνθηΓιαννιτσάΒέροιαΚιλκίςΚοζάνηΠτολεμαΐδα κ.ά.), και κυρίως στη Θεσσαλονίκη. Προσφυγικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης είναι η Καλαμαριά, οι Συκιές, η Επτάλοφος, οι Αμπελόκηποι, το Κορδελιό, η Μενεμένη, η Νεάπολη, η Σταυρούπολη, η Πολίχνη, η Βάρνα, η Τούμπα, η Ξηροκρήνη, οι Σαράντα Εκκλησιές κ.ά.[80]

Οι μεγαλύτερες πόλεις σε πληθυσμό

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κατάλογος με τις πόλεις και τις κωμοπόλεις της Μακεδονίας με πληθυσμό άνω των 5.000 κατοίκων (οι διευρυμένοι καλλικρατικοί δήμοι έχουν διαφορετικό πληθυσμό):[81]

#ΠόληΠληθυσμός (2021)
1Θεσσαλονίκη (Πολεοδομικό Συγκρότημα)802.392
2Κατερίνη59.189
3Σέρρες58.400
4Καβάλα51.947
5Δράμα43.445
6Βέροια42.508
7Κοζάνη42.140
8Πτολεμαΐδα31.537
9Γιαννιτσά28.759
10Κιλκίς23.182
11Ωραιόκαστρο22.691
12Θέρμη19.602
13Νάουσα17.830
14Φλώρινα17.188
15Έδεσσα17.168
16Περαία16.910
17Ευκαρπία15.416
18Αλεξάνδρεια15.042
19Πεύκα13.435
20Καστοριά12.548
21Γρεβενά12.293
22Διαβατά11.876
23Νέα Μουδανιά10.042
24Σίνδος9.406
25Χρυσούπολη8.824
26Λαγκαδάς8.447
27Επανομή8.377
28Νέα Μηχανιώνα7.846
29Κουφάλια7.267
30Άργος Ορεστικό7.237
31Χαλάστρα6.657
32Αριδαία6.639
33Λιτόχωρο6.615
34Πολύκαστρο6.602
35Τρίλοφος Θεσσαλονίκης6.557
36Πολύγυρος6.488
37Ασβεστοχώρι6.453
38Νέα Καλλικράτεια6.128
39Νέοι Επιβάτες5.882
40Σκύδρα5.686
41Φίλυρο5.531
42Πλαγιάρι5.091

*Με έντονα γράμματα σημειώνονται οι πρωτεύουσες των Περιφερειακών ενοτήτων

Το διαμέρισμα της Μακεδονίας μοιράζεται διοικητικά ανάμεσα σε τρεις1 Περιφέρειες:

Ο χάρτης της ΜακεδονίαςΑριθμόςΠεριφέρειαΠρωτεύουσαΈκτασηΠληθυσμός
Δυτικής Μακεδονίας
με τις περιφερειακές ενότητες / νομούς:
Κοζάνη9.451 χμ²254.595
1ΚαστοριάςΚαστοριά1.720 χμ²45.929
2ΦλώριναςΦλώρινα1.924 χμ²44.880
3ΚοζάνηςΚοζάνη3.516 χμ²137.210
4ΓρεβενώνΓρεβενά2.291 χμ²26.576
Κεντρικής Μακεδονίας
με τις περιφερειακές ενότητες / νομούς:
Θεσσαλονίκη18.811 χμ²1.795.669
5ΠέλλαςΈδεσσα2.506 χμ²126.740
6ΗμαθίαςΒέροια1.701 χμ²131.001
7ΠιερίαςΚατερίνη1.516 χμ²119.384
8ΚιλκίςΚιλκίς2.519 χμ²70.477
9ΘεσσαλονίκηςΘεσσαλονίκη3.683 χμ²1.092.919
10ΧαλκιδικήςΠολύγυρος2.918 χμ²102.085
11ΣερρώνΣέρρες3.968 χμ²151.317
Ανατολικής Μακεδονίας2
με τις περιφερειακές ενότητες / νομούς:
Καβάλα5.580 χμ²215.942
12ΔράμαςΔράμα3.468 χμ²86.643
13ΚαβάλαςΚαβάλα1.728 χμ²116.195
14Θάσος3Λιμένας Θάσου384 χμ²13.104
15Άγιο Όρος1 (αυτόνομη περιοχή)Καρυές336 χμ²1.746
Σύνολο34.178 χμ²2.266.206[81]

Σημειώσεις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου