Σάββατο, 19 Ιουλίου, 2025
O Γιάννης Καλλιάνος στο podcast του Βήματος για τους καύσωνες και πώς δημιουργούνται
Τι κάνουν ηλικιωμένοι με χρόνια νοσήματα όταν το θερμόμετρο ανεβαίνει
επικίνδυνα; -Τι πρέπει να αλλάξει στις πόλεις για να γίνουν βιώσιμες
«Κάθε χρόνο λέω «δεν γίνεται να είναι χειρότερα» και κάθε χρόνο
διαψεύδομαι. Η ζέστη πια δεν υποφέρεται…». Αγανακτισμένος, ο 80χρονος Κώστας Τζιάκος αντιλαμβάνεται κάθε χρόνο διαφορετικά τον θερμικό κίνδυνο κάθε καύσωνα και ξέρει πλέον
ότι η έντασή του αποτελεί ένα μείζον ιατρικό πρόβλημα.
Ενα πρόβλημα που απαιτεί άμεσο πολιτικό, ιατρικό και πολεοδομικό σχεδιασμό,
ο οποίος θα έχει προβλέψει τις επιστημονικές ανησυχίες περί αύξησης της
θερμοκρασίας κατά τουλάχιστον 2,5°C ως το 2040 και αυτό μαζί με την ένταση της ξηρασίας. Οι επιστήμονες, δε,
επιμένουν ότι οι μεγάλες πόλεις της χώρας μας έχουν χτιστεί για ένα κλίμα που
πλέον δεν υπάρχει.
«Μου πέφτει η πίεση και ζαλίζομαι»
Αν και ο καύσωνας που ταλαιπώρησε τους πολίτες την εβδομάδα που πέρασε δεν
ήταν για όλους τόσο σφοδρός, για κάποιους ακόμα και οι 40 βαθμοί Κελσίου – που
έχουν γίνει η νέα κανονικότητα – αποτελούν πλέον εφιάλτη. «Με την πίεσή μου,
το καλοκαίρι γίνεται εφιάλτης» αναφέρει η Καίτη Αετουδάκη, 73 ετών, μιλώντας για την
καθημερινότητά της κατά τη διάρκεια ακραίων θερμοκρασιών.
«Παίρνω φάρμακα και κάθε φορά που
έχει καύσωνα πρέπει να επικοινωνώ με τον γιατρό για να τα ρυθμίσουμε ξανά. Μου
πέφτει η πίεση, ζαλίζομαι, δεν μπορώ να λειτουργήσω. Δεν είναι μόνο η ζέστη –
είναι και η ανασφάλεια. Πώς θα πάω στο φαρμακείο;» συνεχίζει. Και ενώ οι αρμόδιοι φορείς φαίνεται να στηρίζονται κυρίως στην
επίκληση της «ατομικής ευθύνης», με τον αυτοπεριορισμό και τον εγκλεισμό όσων
κινδυνεύουν, η ίδια η κυρία Αετουδάκη αγανακτεί.
«Μας λένε να μην κυκλοφορούμε, αλλά δεν γίνεται κάθε φορά που αλλάζει ο
καιρός, κάθε φορά που κάτι γίνεται, να κλειδαμπαρωνόμαστε σπίτι μας. Η ζωή στην
πόλη έχει γίνει αφόρητη και όποιος δεν μπορεί να φύγει από αυτή «κάηκε»».
Κάθε χρόνο, δε, τα ίδια δελτία, οι ίδιες «συστάσεις», η ίδια ανησυχία δείχνουν
να ξανασυνθέτουν από τις στάχτες των περασμένων απειλών το σκηνικό του κάθε
νέου καλοκαιριού, εν αναμονή του επόμενου κύματος ακραίας ζέστης στη χώρα.
Συχνότεροι και με αυξημένη διάρκεια
Πρόσφατα, η Διεπιστημονική Επιτροπή Διαχείρισης Κινδύνων και Κρίσεων του
Πανεπιστημίου Αθηνών εξέδωσε επείγουσα ανακοίνωση θέτοντας ψηλά στην ατζέντα
του δημόσιου διαλόγου την αυξημένη συχνότητα και διάρκεια των καυσώνων και
τοποθετώντας την απειλή στην κατηγορία των σοβαρών ιατρικών προβλημάτων για τα
οποία πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη και σχεδιασμός.
Οπως λέει σχετικά στο «Βήμα» ο καθηγητής Φυσικής Περιβάλλοντος και Κλίματος
και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Κλιματική
Αλλαγή Κώστας Καρτάλης: «Πάντα είχαμε καύσωνες στην
Ελλάδα, δεν είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο. Ομως αυτό που προκύπτει από την έρευνα
που πραγματοποιούμε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για την περιοχή μας και για την
τελευταία τριακονταετία είναι ότι οι καύσωνες είναι συχνότεροι και έχουν
αυξημένη διάρκεια. Επίσης μας ανησυχεί ότι ο αριθμός των ημερών που έχουμε ταυτόχρονα καύσωνες
και ξηρασία στην Ελλάδα – και κατά συνέπεια ισχυρότερες επιπτώσεις – έχει
σχεδόν τετραπλασιαστεί για την περιοχή της Αττικής» αναφέρει.
Μάλιστα, ο ίδιος επισημαίνει ότι με τους καύσωνες «νέου τύπου» που ήδη έχουμε στη
Μεσόγειο και στην Ελλάδα οι καιρικές
συνθήκες έχουν επιβαρυνθεί, «για παράδειγμα η αύξηση της μέγιστης
θερμοκρασίας στην Αθήνα κατά το διάστημα 1901-2024 ήταν 0,17 βαθμοί Κελσίου τη
δεκαετία, ενώ η αντίστοιχη αύξηση για το διάστημα 1970-2024 αυξήθηκε στους 0,4
βαθμούς Κελσίου».
Ολα αυτά δείχνουν ότι η εποχή που μπορούσαμε να αντιμετωπίζουμε τον καύσωνα
ως απλό καιρικό φαινόμενο έχει τελειώσει.
«Πλήθος επιστημονικών μελετών αναδεικνύει ότι η έκθεση σε ακραίες
θερμοκρασίες – ακόμη και για λίγες ώρες – μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε ζωτικά
όργανα και το ανοσοποιητικό» εξηγεί στο «Βήμα» ο καθηγητής Χειρουργικής
στην Ιατρική Σχολή και μέλος της Διεπιστημονικής Επιτροπής Διαχείρισης Κινδύνων
και Κρίσεων του ιδρύματος Εμμανουήλ Πικούλης.
«Δεν είναι απαραίτητο να εμφανιστεί θερμοπληξία για να υπάρξει κίνδυνος: η συσσωρευτική θερμική επιβάρυνση, ειδικά όταν δεν υπάρχει πτώση
θερμοκρασίας τις νυχτερινές ώρες, οδηγεί σε ένα είδος σιωπηλής, συστηματικής
φθοράς στο σώμα. Πρόκειται για μια μορφή υπο-κλινικής επιδείνωσης, που οι
νεότερες έρευνες αρχίζουν μόλις να χαρτογραφούν» συνεχίζει.
Από την πλευρά του ο παθολόγος-λοιμωξιολόγος, διευθυντής στο 5ο Παθολογικό
Τμήμα και στη Μονάδα Λοιμώξεων στον Ευαγγελισμό και πρόεδρος της Επιτροπής
Καύσωνα, Βασίλης Παπασταμόπουλος, επισημαίνει ότι
πλέον η εγκατάσταση κλιματιστικών στην πλειοψηφία των σπιτιών και των δημόσιων
χώρων έχει καταστήσει λιγότερο άμεσα απειλητικούς τους καύσωνες, ωστόσο για
κάποιους ανθρώπους παραμένει επικίνδυνος: «Για πολλούς ηλικιωμένους ή
ανθρώπους με προβλήματα υγείας, τα πράγματα παραμένουν δύσκολα. Ειδικά για
όσους λαμβάνουν συγκεκριμένες κατηγορίες φαρμάκων – ψυχοφάρμακα, διουρητικά,
αντιυπερτασικά κ.ά. – είναι απαραίτητο να επικοινωνούν με τον γιατρό τους, ώστε
να προσαρμόζεται η φαρμακευτική αγωγή στις συνθήκες του καύσωνα. Υπάρχουν
φάρμακα που δεν είναι ασφαλή σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες».
Ανάγκη για μετασχηματισμό
Τις προηγούμενες εβδομάδες η Ευρώπη έζησε ένα εξαιρετικά έντονο κύμα
καύσωνα. Σύμφωνα με έρευνα των Imperial College London και της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, από το εν λόγω
κύμα ζέστης περίπου 2.300 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε 12 ευρωπαϊκές πόλεις.
Ωστόσο, η Ευρώπη έχει αντιληφθεί την ανάγκη για μετασχηματισμό για να
αντιμετωπίσουν τη νέα πραγματικότητα.
Το Παρίσι επανασχεδιάζει σχολικές αυλές ως «οάσεις δροσιάς», η Μασσαλία
αναπτύσσει «δροσιστικά δρομολόγια» με δεντροφυτεύσεις, ενώ οι Βρυξέλλες και η
Κοπεγχάγη επενδύουν σε πράσινες στέγες και δίκτυα σκίασης. Στο Ρότερνταμ,
στη Στοκχόλμη και στη Βιέννη ολόκληρα πολεοδομικά πλάνα προσαρμόζονται για να
ενισχύσουν την κλιματική ανθεκτικότητα.
Σε αυτή τη
γραμμή, όπως αναφέρει ο κ. Καρτάλης, «όλα τα αστικά κέντρα έχουν
σημαντικό δρόμο να διανύσουν για να βελτιώσουν την ανθεκτικότητά τους στους
καύσωνες. Χρειάζονται περισσότερο πράσινο – στους δρόμους και στις
οροφές των κτιρίων, με δίκτυα χώρων πρασίνου, έξυπνες λύσεις αν δεν υπάρχουν
ελεύθεροι χώροι, λ.χ. μετατροπή των σχολικών αυλών σε πάρκα τσέπης, νέα
κατασκευαστικά υλικά που απορροφούν λιγότερο την ηλιακή ακτινοβολία (ψυχρά
υλικά) στις οροφές των κτιρίων και εν γένει σε δομημένες επιφάνειες, σκίαση,
θερμικά μονωμένα σπίτια αλλά και μείωση της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων – που
λειτουργούν ως πηγές θερμότητας – στις επιβαρυμένες θερμικά περιοχές μιας πόλης,
κυρίως δε στο κέντρο της. Τέτοιες παρεμβάσεις μπορούν να έχουν σημαντικά
αποτελέσματα. Η δροσιστική επίδραση ενός πάρκου μεσαίας έκτασης (λ.χ. ο Εθνικός
Κήπος) είναι περίπου 1,5 βαθμός Κελσίου, ενώ η εμβέλεια του δροσισμού φθάνει τα
150 μέτρα».
Από την πλευρά
του, ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης
Δούκας λέει ότι «η κλιματική κρίση είναι μία από
τις μεγαλύτερες μάχες που καλούμαστε να δώσουμε ως τοπική αυτοδιοίκηση. Στόχος
μας είναι να μην καιγόμαστε από τις υψηλές θερμοκρασίες το καλοκαίρι και να μην
πνιγόμαστε από τις βροχές τον χειμώνα. Η μείωση της αισθητής θερμοκρασίας
μπορεί να επιτευχθεί με φυσική σκίαση από δέντρα στις γειτονιές με πολύ
τσιμέντο. Πέρυσι φυτέψαμε 5.000 δέντρα, συνεχίζουμε με τον ίδιο ρυθμό και φέτος».
ΤΟ ΒΗΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου