Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

ΜΑΘΗΜΑ ΑΝΘΡΩΠΙΑΣ


Μια επαγγελματική υποχρέωση έφερε τα βήματά μου χθες σε ένα κεντρικό σημείο της Βοστωνης, εκεί που κάποτε υπήρχε ένα ωραίο Ελληνικό εστιατόριο που σκόρπιζε κάθε βράδυ κέφι και χαρά με την ζωντανή του μουσική, τέρψη και ευχαρίστηση με το καλό φαγητό.
Τώρα δεν υπάρχει πια.    ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ    έγραφε μια ταμπέλα στην τζαμαρία.   
Άδειο μου φάνηκε το μέρος, έρημο, εκεί που εκτός από τους < μέσα > του εστιατορίου υπήρχαν και οι απέξω. Οι άνθρωποι του πεζοδρομίου.Οι άστεγοι, οι ζητιάνοι. Αυτοί που περίμεναν τους < μέσα >, να τους ζητήσουν ευγενικά κάποια βοήθεια απλώνοντας το χέρι. 
Εκεί, σ' αυτό το μέρος, σε εκείνο το πεζοδρόμιο, κάποιο βράδυ πήραμε ένα μάθημα ανθρωπιάς από αυτούς τους ανθρώπους που μερικοί από εμάς ( οι καθώς πρέπει, οι γραβατακηδες ) θεωρούμε παρακατιανούς, άτομα δεύτερης διαλογής, ( τρομάρα μας )  αυτούς που κάνουμε ότι δεν βλέπουμε και κοιτάμε αδιάφορα στο απέναντι πεζοδρόμιο για να τους αποφύγουμε 
Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς και το μαγαζί αυτό θα έκανε ρεβεγιόν, New Year's eve party. Γλέντι για τον  ερχομό της καινούργιας χρονιάς.
Μια παρέα  15-20 άτομα αποφασίσαμε να πάμε εκεί να υποδεχτούμε τον καινούργιο χρόνο. Κλείσαμε το τραπέζι από νωρίς, έτσι απαιτείτο, πληρώνοντας ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσό.
Πολύς κόσμος εκείνο το βράδυ. Γεμάτο το μαγαζί. Οι πλάτες μας ακουμπούσαν στις πλάτες της διπλανής παρέας. Ο σερβιτόρος μετά δυσκολίας περνούσε ανάμεσα στα τραπέζια να μας σερβίρει. Ποιος νοιαζόταν όμως για τέτοιες  λεπτομέρειες.
Ωραία ατμόσφαιρα, γιορτινή, όλοι είμαστε χαρούμενοι, υπήρχε κέφι, η ζωντανή ορχήστρα συνέβαλε σε αυτό τα μέγιστα και ο καινούργιος χρόνος έτοιμος στην γωνία να ξεπροβάλει γεμίζοντας όλους μας με χαρά, αισιοδοξία, και ελπίδα για κάτι καλό.
Τα ποτά ερχόντουσαν το ένα μετά το άλλο, οίνος ευφραίνει καρδίαν, φερε μια δόση ακόμα, άντε μωρέ μια ζωή την έχουμε, πως παει κάτω το άτιμο, ας παει και το παλιαμπελο και κάτι τέτοια μας έφεραν όλους στο τσακίρ κέφι. Και γιατί όχι, δεν το ρίχνουμε έξω κάθε μέρα.
 Όμως.
Παν μέτρον άριστον καθώς έλεγαν οι Αρχαίοι ημών πρόγονοι. Ο σοφός λαός λέει... όταν το πίνεις να μη σε πίνει, ρίξε λίγο νερό στο κρασί σου, να το φυσάς πριν το πιεις, το πιοτό θέλει μεζέ, κι ο μεζές θέλει πιοτό και πολλά τέτοια που σκοπό έχουν να μας συγκρατήσουν από την υπερβολική κατανάλωση γιατί τότε μόνο κακό κάνει και δεν ωφελεί σε τίποτα. 
Στην παρέα μας ήταν και ένας που δεν ήταν του πιοτου. Στην καθημερινή του ζωή έπινε ένα, το πολύ δυο ποτά. Εκείνο το βράδυ όμως θέλεις η παρέα, θέλεις το κέφι, η ατμόσφαιρα, όλα μαζί, το έτσουξε κι αυτός λιγάκι όπως όλοι μας άλλωστε. 
Όμως.
Μπορεί η μέθη να είναι φάρμακο κατά της δυστυχίας και να διώχνει από την καρδιά μας όλες τις στενοχώριες, όταν πίνεται με μέτρο. Μα αν το μέτρο υπερβείς, τότε πλέον θα σε βλάψει και κακό θε να σε βρει.
Και το κακό δεν άργησε να ρθει για τον φίλο μας. Εμείς, που ξέραμε το << ιστορικό του >> προσπαθήσαμε να τον συγκρατήσουμε, αλλά αυτός είχε πάρει φόρα, σαν την παροιμία που λέει...όσο πίνει η νύφη, τόσο καλό χαιρετάει. Σε κάποια στιγμή όπως ήταν φυσικό κατέρρευσε και βγήκαμε έξω να τον << πάρει >> λίγος καθαρός αέρας.
Εκεί, έξω από την πόρτα, περίμεναν οι φίλοι μας για τους οποίους κάναμε λόγο στην αρχή. Οι άστεγοι, οι ζητιάνοι. Μας πλησίασαν μη ξέροντας το σκοπό για τον όποιον βγήκαμε έξω. Ένας, μας ευχήθηκε καλή χρονιά απλώνοντας το χέρι του για βοήθεια.
Αυτοί μας λείπανε τώρα, υποθέτω ότι θα σκεφθήκαμε όλοι μας. Κάποιος από την παρέα ( ίσως να ήμουν κι εγώ ), του είπε ότι δεν έμεινε τίποτα, μας τα πήραν όλα μέσα στο μαγαζί.
Ακουμπησαμε τον φίλο μας κάτω στο πεζοδρόμιο να συνέλθει λιγάκι. Όταν ο ζητιάνος τον είδε σ' αυτήν την κατάσταση, παει κοντά του με συμπάθεια και καλοσύνη και του λέει...My friend what happened, you've got a shit face. ( Ε!! φίλε τι έπαθες φαίνεσαι χάλια ).
Εμείς προσπαθούσαμε να βρούμε κάτι ,ένα ποτήρι νερό να τον δροσίσουμε. Τότε ο ζητιάνος μας έδειξε το πόσο άνθρωπος ήταν. Έβγαλε από την τσέπη του ένα δολάριο, του το έδωσε λέγοντας ότι πριν λίγο κάποιος του το έδωσε. Παρ το να αγοράσεις ένα αναψυκτικό να συνέλθεις. 
Εγώ, έχασα την λαλιά μου και το ίδιο πιστεύω έπαθαν όλοι στην παρέα. Δεν ξέρω εάν έφταιγε εκείνος ο ζητιάνος για την                 << κατάστασή του >> η το φταίξιμο ήταν της κοινωνίας.
Εάν ήταν δικό του, σίγουρα δεν το έκανε με την θέλησή του, ίσως κάποιες συγκυρίες και ατυχίες της ζωής να τον έφτασαν εκεί. Εάν ήταν της κοινωνίας ντράπηκα, γιατί ανήκω κι εγώ σ'αυτην την στην κοινωνία. 
Τώρα ύστερα από τόσον καιρό, υποκλίνομαι στο μεγαλείο σου ζητιάνε - καλέ μου άνθρωπε - τώρα ένοιωσα, τώρα κατάλαβα την ντροπή μου απέναντί σου και σου ζητάω συγνώμη.
                                                                                                                 ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΑΤΡΟY
                                                                                                                 Lynn,    Masachusetts
        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου